Το πώς, από ποιους, πότε και με ποια αιτιολόγηση η πόλη βαφτίστηκε δεν το γνωρίζουμε με ακρίβεια.
Ξέρουμε μονάχα πως τούτο ήτανε το αρχικό της όνομα και πως στη συνέχεια το ‘χασε κανα δύο φορές, μα το ξαναπόχτησε. Κατά τη μυθολογία, η Λαμία χτίστηκε απ’ το Λάμο, το γιο του Ηρακλή και Ομφάλης, της ακόλαστης χήρας – βασίλισσας της Λυδίας που αγόρασε απ’ τον Ερμή τον Ηρακλή. Μαζί της ο Ηρακλής έκανε κι άλλους δύο γιους: τον Αγέλαο και το ‘Υλλο.
Μια άλλη εκδοχή, παρμένη απ’ τη μυθολογία και πάλι, είναι ότι χτίστηκε απ’ τη Λαμία, τη Βασίλισσα των Τραχινίων, θυγατέρα του Ποσειδώνα.
Τούτο το συμπέρασμα βγαίνει απ’ τα Φωκικά του Παυσανία:
“Την δε πρότερον γενομένη Σίβυλλαν, ταύτη ταις μάλιστα ομοίως ούσαν αρχαίαν εύρισκον, ην θυγατέρα ‘Ελληνες Διός και Λαμίας της Ποσειδώνος φασίν είναι, και χρησμούς τε αυτήν γυναικών πρώτης άσαι και υπό των Λιβύων Σίβυλλαν λέγουσιν ονομασθήναι”. Η λέξη Λαμία ετυμολογικά συγγενεύει με το λαιμός ή λάμος, που σημαίνει χάσμα, βάραθρο ή και αχόρταγος, λαίμαργος. Γνωστό πως μέσα από την πόλη περνούσε μεγάλο και βαθύ ρέμα.
Στη βορειανατολική πλευρά της Πλατείας Λαού, σε πρόσφατη ανασκαφή για ανοικοδόμηση αποκαλύφθηκε ένα βαθύ φαράγγι με μπόλικο τρεχούμενο νερό. ‘Αλλωστε και τα πλατάνια της είναι αδιάψευστοι μάρτυρες. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η Λαμία να ονομάστηκε έτσι από τούτο το ρέμα και τις πολλές της λάμιες που ζούσαν κείνα τα χρόνια στην πυκνή της βλάστηση.
Υπάρχει κι άλλη μια θεωρία ακόμα. ίσως πιο αξιόπιστη. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι η λέξη Λαμία είναι γένους θηλυκού, ονόματος επιθέτου και σημαίνει την περιοχή, τη χώρα, την πόλη που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο λόφους. Και μιας και τούτο όντως συμβαίνει, γιατί να μη λάβουμε τούτη την εκδοχή σαν την πιο σωστή.Γύρω στα 19μ.Χ. η Λαμία για πρώτη φορά χάνει τ’ όνομά της και λέγεται Σεβαστή. Μάρτυρας η ακόλουθη περιγραφή:
“Η πόλις σεβαστή ων Λαμιέων Μνασιλαϊδα παρά μόνον, φύσει δε Ξενοφάντου αρετής ένεκεν και ευνοίας της εις αυτήν”.
Πότε ξαναπήρε το όνομα Λαμία δε γνωρίζουμε, όπως επίσης δε γνωρίζουμε πότε και από ποιούς μετονομάστηκε Ζητούνι. ‘Ισως τούτο να’ γινε στους χρόνους του Ιουστινιανού.Την πρωτοαπαντάμε σαν Ζητούνι στην 8η Οικουμενική Σύνοδο, στα 869. Εμφανίζεται δε με μια ποικιλία παραλλαγών, όπως: Ζητούνιον, Ζηρτούνιον, Ζητόνιον, Gipton (κατά του βυζαντινούς χρόνους), Situn (κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας), El Sito (κατά την σύντομη κατοχή των Καταλανών), και Ιzντίν κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας. Πολλοί ιστορικοί προσπάθησαν να δώσουν κάποια εξήγηση όσον αφορά την προέλευση της λέξης.
Μερικοί πιστεύουν πως προέρχεται απ’ το τούρκικο ή αραβικό Zeitun που πάει να πεί ελιά. ‘Αλλοι λένε πως προέρχεται απ’ τη σλαβική λέξη σιτόνιον, που σημαίνει η σιτοβόλος περιοχή ή “πέραν του ποταμού κειμένη χώρα”. ‘Ολες όμως εικασίες. Τίποτα σίγουρο.
Ετυμολογική ερμηνεία του ονόματος
Η λέξη Λαμία ετυμολογικά συγγενεύει με το λαιμός ή λάμος, που σημαίνει χάσμα, βάραθρο ή και αχόρταγος, λαίμαργος. Γνωστό πως μέσα από την πόλη περνούσε μεγάλο και βαθύ ρέμα. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η Λαμία να ονομάστηκε έτσι από τούτο το ρέμα και τις πολλές της λάμιες που ζούσαν κείνα τα χρόνια στην πυκνή της βλάστηση.
Τι ήταν οι λάμιες;
Στην ελληνική μυθολογία η Λάμια ήταν βασίλισσα της Λιβύης που έγινε δαίμονας. Παίρνοντας τη μορφή φαντάσματος, άρπαζε παιδιά και τα καταβρόχθιζε. Η Λάμια ήταν κόρη του θεού Ποσειδώνα και της Λιβύης. Η ίδια ήταν βασίλισσα της Λιβύης και σύζυγος του Βήλου. Την αγάπησε ο Δίας και από την ένωση τους γεννήθηκαν πολλά παιδιά τα οποία σκότωσε η Ήρα από τη ζήλια της. Η Λάμια από τη στενοχώρια της μεταμορφώθηκε σε τέρας που σκότωνε παιδιά. Η Ήρα τότε την καταδίκασε να μην κοιμάται ποτέ, ο Δίας όμως την λυπήθηκε και της έδωσε την δυνατότητα να βγάζει τα μάτια της και να τα ξαναβάζει όποτε θελήσει. Κατά τον Στησίχορο από τα παιδιά της επέζησαν η Σκύλλα και ο Τρίτωνας. Οι Λάμιες στη Βασκική μυθολογία είναι μυθολογικά όντα συχνά συσχετισμένα με τις Σειρήνες, τις Γοργόνες και τις νεράιδες. Περιγράφονται με πόδια και νύχια κάποιου είδους πτηνού και ουρά ψαριού. Ήταν γυναίκες εξαιρετικού κάλλους και κατοικούσαν συνήθως σε ποτάμια. Συνήθιζαν να είναι ευγενικές και ο μόνος τρόπος για να εξαγριωθούν ήταν να τις πειράξουν τα μαλλιά. Πολλές φορές ερωτεύονταν θνητούς και έκαναν παιδιά μαζί τους. Ακόμα, συγχέονταν με την κύρια Βασκική θεότητα Μάρι.
Η ίδρυση της Πόλης μας
Η περιοχή κατοικήθηκε από τη νεολιθική περίοδο (6000-2800π.Χ) καθώς διαπιστώνεται από τους πολυάριθμους οικισμούς που έχουν αποκαλυφθεί στην περιοχή. Πρώτοι κάτοικοι υπήρξαν οι προέλληνες Δρύοπες, αργότερα οι Αινιάνες και στη συνέχεια στην περιοχή του κάμπου του Σπερχειού εγκαταστάθηκαν οι Αχαιοί.
Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο έχουν παρατηρηθεί τάφοι και ευρήματα σε πολλά σημεία της περιοχής όπως Λαμία, Ελάτεια, Αμφίκλεια, Πελασγία κ.λ.π. Τον 11ον αιώνα π.Χ. έφτασαν οι Δωριείς που σταδιακά ενσωματώθηκαν με τους γηγενείς κατοίκους της Φθιώτιδας εκδιώκοντας όμως από τις ορεινές περιοχές τους Δρύοπες (κατοίκους των δασών), ενώ οι Αινιάνες στα ορεινά της Φθιώτιδας επέζησαν σαν φυλή μέχρι την επικράτηση των Ρωμαίων.
Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πότε ακριβώς χτίστηκε, μνημονεύεται, όμως, για πρώτη φορά σε σχέση με σεισμό που έγινε το 424 π.Χ.
Σύμφωνα με την παράδοση, η πόλη χτίστηκε από τον Λάμο (ή Λάμιο), που ήταν γιος του Ηρακλή ή τη Λαμία, που ήταν θυγατέρα του Ποσειδώνα και βασίλισσα της Τραχίνας. Ορθότερη μάλλον είναι η άποψη ότι η πόλη δεν πήρε το όνομά της από τον ιδρυτή (ή την ιδρύτρια της) αλλά ότι πρόκειται για αναγραμματισμό της λέξης Μαλία, ονομασία που έφερε η γύρω περιοχή. Ανήκε διαδοχικά στους αρχαίους Φθιώτες και τους Μαλιείς. Φαίνεται, πάντως, ότι για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα η Λαμία εξαρτιόταν από τους βορειότερους Θεσσαλούς δηλαδή τους Αχαιούς Φθιώτες, ενώ μετά το 344 π.Χ. περιέρχεται στους Μακεδόνες.
Το πότε ακριβώς χτίστηκε δεν το γνωρίζουμε γιατί ούτε ο Ηρόδοτος, που περιγράφει την πορεία του Ξέρξη, την αναφέρει και τούτο ίσως γιατί δεν υπήρχε, ίσως γιατί ήταν μικρή και ασήμαντη ή ίσως γιατί δεν ήταν στο δρόμο του, μα ούτε και ο Θουκυδίδης, που περιγράφει την εκστρατεία του Βρασίδα στα 424 π.Χ. προς τη Θράκη, αν και πέρασε μέσα απ’ την Ηράκλεια για τη Μελιταία, αναφέρει τίποτα για τη Λαμία. Μνημονεύεται για πρώτη φορά απ’ το Δημήτριο Καλλατιανό στα 427 π.Χ., εξ’ αιτίας του τρομακτικού και καταστρεπτικού σεισμού της περιοχής.
Σχετικά με την ίδρυση της πόλης λέγεται ότι χτίστηκε στα 426 π.Χ. απ’ τους Μαλιείς σαν αντίβαρο και για λόγους στρατιωτικούς, επειδή κείνη τη χρονιά οι Σπαρτιάτες έχτισαν την Ηράκλεια στη θέση της παλιάς Τραχίνας. Στο ότι είναι μάλλον έργο των Μαλιαίων, συνηγορεί και το γεγονός ότι το δυτικό μέρος του Φρουρίου της πόλης είναι πολυγωνικό, δηλαδή τρόπος δόμησης του τέλους του 6ου και των αρχών του 5ου αιώνα. ‘Ισως όμως και να χτίστηκε και από κάποιους άλλους και να κατακτήθηκε απ’ τους Μαλιείς στα 413 π.Χ.
Κατά τη μυθολογία, η Λαμία χτίστηκε απ’ το Λάμο, το γιο του Ηρακλή και Ομφάλης, της ακόλαστης χήρας – βασίλισσας της Λυδίας που αγόρασε απ’ τον Ερμή το Ηρακλή. Μαζί της ο Ηρακλής έκανε κι άλλους δύο γιους: τον Αγέλαο και το ‘Υλλο.
Μια άλλη εκδοχή, παρμένη απ’ τη μυθολογία και πάλι, είναι ότι χτίστηκε απ’ τη Λαμία, τη Βασίλισσα των Τραχινίων, θυγατέρα του Ποσειδώνα.